Μπάμπης Μπατμανίδης
Μετά από χρόνια σκληρής διαπραγμάτευσης, το six d.o.g.s επιτέλους κατάφερε να κλείσει το μεγαλύτερο booking που έχει κάνει στην εώς τώρα πολύχρονη πορεία του. Για πρώτη φορά και στο six d.o.g.s, αλλά και δεύτερη πρώτη στην Αθήνα ολόκληρη, ο τεράστιος, ο γιγάντιος, ο αδιανόητου μεγέθους υπερήρωας της indie Λαϊκής Μουσικής, ο Μπάμπης ο Μπατμανίδης (a.k.a Batmanindie) ζωντανά για μία και μοναδική εμφάνιση με φούλ κομπλέ σύνθεση και τα ρέστα του.
Ο Μπάμπης Μπατμανίδης γεννήθηκε. Οι γονείς του δεν ήταν πρόσφυγες από την Μικρά Ασία και στην παιδική του ηλικία δεν προσποιούνταν τον τραγουδιστή στον καθρέφτη του, κρατώντας για μικρόφωνο ένα τηλεκοντρόλ. Αν και η μεγάλη του αγάπη ήταν πάντοτε το τραγούδι, η μοίρα του έπαιξε σκληρά παιχνίδια και η καριέρα του πάντα έσβηνε πριν καλά καλά αρχίσει. Ο Μπάμπης όμως δεν το έβαζε κάτω και ξανά μανά έπαιρνε φόρα για μια νέα αποτυχία. Παρ’ όλα αυτά η σκληρή δουλειά τον αντάμειψε και με την βοήθεια ενός νονού της νύχτας βαφτίστηκε «τραγουδιστής». Τα χειρότερα έρχονταν. Ο Μπάμπης έκανε το συναυλιακό του ντεμπούτο στο νεανικό κέντρο διασκεδάσεως «Το καφενείο μου», αφήνοντας τραγικές εντυπώσεις με το ταπεινό του προφίλ, την αυθεντικά λαϊκή βασανιάρικη φωνή και την στιχουργική του δεινότητα. Ποιος δεν έκλαψε στον ώμο του διπλανού του ακούγοντας την «Οικοδομή» («Μόλις ο ήλιος έβγει παίρνω το μυστρί/Αχ, τον δρόμο τον ξέρω για την οικοδομή/Με λάσπη και νερό χτίζω το γιαπί/Και στην μπετονιέρα ρίχνω τσιμέντο Ηρακλή»), ποιος δεν μέθυσε με το «Για σένα μόνο» («Την θεωρία της σχετικότης/την ξέρει όλη η ανθρωπότης/Ενέργεια ίσον εμ επί σε/Εις το τετράγωνο μωρό μου ναι»), ποιος δεν οργίστηκε με το «Μη μου σπας τ’αμάξι» («Μα μην μου σπας τα’ αμάξι, Μην μου σπας τ’ αμάξι/Γλυκέ μου αναρχικέ είμαστε εντάξει»), ποιος δεν ταυτίστηκε με το «Ντεκαφεϊκνέ» («Ο Μαρξ ψυχή μου μίλαγε για προλεταριάτο/Ποτέ φραπέ δεν χτύπαγε να ‘ρθουν τα πάνω κάτω») και ποιος δεν σιγοτραγούδησε το «Σε θέση οφσαϊντ» («Συνελήφθηκες μωρό μου, κι όλοι πια το πήραν πρέφα/ Δεν σε σώζει ούτε η ΕΠΟ, Δεν σε σώζει κι η UEFA»). Στην παταγώδη αποτυχία του φτωχού Μπάμπη συνέβαλλε η αλτρουϊστική του φιλοσοφία «ολ φρι μαντάμ» που του στέρησε οποιαδήποτε πιθανότητα μετακόμισης σε μια πιο άνετη και χλιδάτη ζωή στον Δενδροπόταμο (σας αφήνω να φανταστείτε που μπορεί να ζει τώρα) και τον εξανάγκασε να κάνει δουλειές του ποδαριού, πολλές φορές και των δύο ποδαριών, για να επιβιώσει. Αν βρεθείς κάποιο βράδυ στην Βαλαωρίτου ίσως τον πετύχεις μέσα σε κάποια κουζινούλα να πλένει ποτήρια, να καθαρίζει τασάκια και να σκαρφίζεται ομοιοκαταληξίες για το νέο του στιχουργικό πόνημα, όπως «Μα που θα πας και θα με χάσεις, έτσι ξεκίνησε και ο Ωνάσης, μα που θα πας διχώς καβάτζα, αχ! δεν εκτίμησες ποτές την λάντζα». Τραγούδι που είμαστε βέβαιοι ότι θα αγαπήσουμε με το ίδιο πάθος που αγαπήσαμε τον συνθέτη, τον στιχουργό, τον τραγουδιστή, αλλά κυρίως τον άνθρωπο, Μπάμπη Μπατμανίδη.