Nils Frahm
Ο Nils Frahm, γεννήθηκε το 1982 και ξεκίνησε να ασχολείται με την μουσική απο πολύ νεαρή ηλικία. Κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας του, είχε μάθει να παίζει πιάνο από τον Nahum Brodski - μαθητή του τελευταίου μελετητή του Tschaikowski. Έτσι άρχισε να γνωρίζει τις μορφές της κλασικής μουσικής, καθώς και των σύγχρονων συνθετών. Σήμερα εργάζεται ως επιτυχημένος συνθέτης και παραγωγός στο Βερολίνο.
Το 2008 ίδρυσε το Durton Studio, και έχει συνεργαστεί με τους Deaf Center, Efterklang, Dustin O Halloran, Anne Muller και Peter Broderick μεταξύ άλλων συνάδελφων μουσικών. Απο πολύ νωρίς ο Frahm, εμφανίζει μια απίστευτα ανεπτυγμένη αίσθηση του ελέγχου και συγκράτησης στο έργο του, και το όνομα του έγινε γρήγορα γνωστό αποκτώντας πολλούς πιστούς ακροατές σε ολο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων και του Thom Yorke, ο οποίος είχε βάλει και ένα από τα τραγούδια του να παίζει στο playlist του αρχηγείου των Radiohead.
Συνεχίζοντας να αυξάνεται η αναγνώρισή και η ανοδική του πορεία, μέσω των δύο solo album του, «Wintermusik» (2009), και «The Bells» (2009), τον χειμώνα του 2011 γνωρίζει την μεγαλύτερη επιτυχία μέχρι σήμερα με το άλμπουμ «Felt» απο την Eraser Tapes. Ηχογραφημένο αργά το βράδυ στο αντανακλαστικό της μοναξιάς και της σιωπής του ατελιέ του στο Βερολίνο, αποκαλύπτει ένα νέο ήχο και πηγή έμπνευσης σε αυτές τις ήρεμες στιγμές:
«Αρχικά ήθελα να κάνω την χάρη στους γείτονές μου με την απόσβεση του ήχου του πιάνου μου. Αν ήθελα να παίξω πιάνο κατά τη διάρκεια μιας ήσυχης νύχτας, ο μόνος τρόπος είναι με σεβασμό, παίζοντας οσο πιο απαλά γίνεται. Τότε ήταν που ανακάλυψα ότι πιάνο μου ακούγεται ωραίο με το αμορτισέρ».
Γοητεύεται από την παρούσα έκθεση του ήχου, βάζοντας τα μικρόφωνα τόσο βαθιά στο εσωτερικό του πιάνου που άγγιζουν σχεδόν τις χορδές. Αυτό έφερε μια σειρά από εξωτερικούς ήχους στις ηχογραφήσεις που οι περισσότεροι παραγωγοί θα προσπαθούσαν σκληρά για να τους κρύψουν.
«Ακούω τον εαυτό μου, την αναπνοή και το λαχάνιασμα, ξύνοντας το ήχο της δράσης του στο πιάνο και το τρίξιμο απο το ξύλινο πάτωμα μου - όλα εξίσου δυνατά με τη μουσική. Η μουσική γίνεται έκτακτη ανάγκη, μια ευκαιρία, ένα ατύχημα μέσα σε όλο αυτό το θρόισμα των φύλλων. Η καρδιά μου ανοίγει και αναρωτιέμαι τι ακριβώς είναι αυτό που με κάνει να νιώθω τόσο ευτυχισμένος».
Η τελευταία συνεργασία του μαζί με τον Olafur Arnalds με τίτλο "Stare" κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες για λογαριασμό της Eraser Tapes.
Hior Chronik
O Hior Chronik γεννήθηκε στην Αθήνα το ʼ74. Η ενασχόληση του με τη μουσική άρχισε από πολύ νωρίς δουλεύοντας ως παραγωγός στον JazzFm στις αρχές της δεκαετίας του '90 και σε διάφορα μουσικά περιοδικά ως συντάκτης. Με την δημιουργία της μουσικής ξεκίνησε να πειραματίζεται πριν 6 χρόνια εστιάζοντας περισσότερο στον κινηματογραφικό ήχο. Η μουσική του στηρίζεται στο πιάνο και τα μακρόσυρτα μελαγχολικά ηχοτοπία που διαμορφώνουν έναν ήχο περιβαλλοντικό πέρα από εκφραστικές δεσμεύσεις. Η πρώτη του κυκλοφορία ονομάζεται "I' m a Tree" (2010) -από την καναδική Les Enregistrements Variables. Φέτος το χειμώνα κυκλοφόρησε το δεύτερο άλμπουμ του με τίτλο "Unspoken Words" για λογαριασμό της mu:nest label, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται συνεργασίες με τους Akira Kosemura, Natalie Beridze / Tba, Aaron Martin, R. Doering και Zinovia. Με την Zinovia αποτελούν τους Pill-oH και η πρώτη τους δουλειά θα κυκλοφορήσει από την Kitchen Label τέλος Ιουνίου.Έχει συνεργαστεί και έχει κάνει την παραγωγή μουσικής για τον κινηματογράφο στο εξωτερικό και στις 13 Φεβρουαρίου στην Αθήνα ξεκίνησε η θεατρική παράσταση «Το χέρι» στο θέατρο του Νέου Κόσμου σε σκηνοθεσία Έλενας Πέγκα με την ηθοποιό Θεοδώρα Τζήμου και μουσική Hior Chronik. Επίσης είναι ένα από τα μέλη της χοροθεατρικής ομάδας Trick-o-treat από την Θεσσαλονίκη και τον επόμενο χρόνο αναμένεται η παρουσίαση της πρώτης τους ταινίας με τίτλο "Lemon Blossom". Φέτος συμμετέχει μαζί με τον σκηνοθέτη Jonathan C. Hyde στο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους των Καννών