Lasse Marahaug + John Wiese
Μια παραγωγή που φέρνει στην Αθήνα δυο από τις σημαντικότερες μορφές της noise πειραματικής μουσικής, τον Lasse Marahaug (Nor) και τον John Wiese (USA).
O Lasse Marhaug, γεννημένος το 1974, είναι ένας από τους πιο δραστήριους μουσικούς της Νορβηγικής noise σκηνής. Έχει συνθέσει μουσική και έχει συμπράξει σε πάνω από 200 cd, βινύλια και κασέτες, και έχει εμφανιστεί σε φεστιβάλ ανά τον κόσμο. Πέρα από το σόλο project του, ο Marhaug παίζει τακτικά με τους Jazkamer, Nash Kontrol, DEL και Testicle Hazard ενώ προηγούμενα του σχήματα αποτελούν οι Origami Replica και Lasse Marhaug Band. Έχει συνεργαστεί με διάφορους καλλιτέχνες, στο χώρο του noise, πειραματικής μουσικής, jazz, rock και extreme metal και έχει παράγει ήχο για θεατρικές παραστάσεις, κατασκευές και video. Δουλεύει με πολύ διαφορετικά set-ups και ενορχηστρώσεις : πετάλια κιθάρας, ιδιοκατασκευασμένα ηλεκτρονικά, υπολογιστές, προετοιμασμένες κιθάρες, αλλά θεωρεί την κονσόλα το κύριο όργανο του.
Περνώντας τα εφηβικά του χρόνια ακούγοντας death metal και grindcore και προσπαθώντας να αποδώσει το ίδιο συναίσθημα στους νεανικούς του πειραματισμούς με κασέτες, δεν είναι τυχαίο που ο καλιφορνέζος John Wiese έχει δημιουργήσει σήμερα ένα εξαιρετικά θηριώδες και επιθετικό μουσικό ιδίωμα. Οι συνθέσεις του αποτελούν ένα συμπαγές μείγμα προσεκτικά τοποθετημένων ήχων που χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη σφοδρότητα αλλά και έντονη εκφραστικότητα, φτιαγμένο μέσα από laptop, oscillators, μικρόφωνα επαφής, field recordings και αυτοσχέδιες συσκευές. Με πάνω από 100 κυκλοφορίες στο ενεργητικό του, πολλές από τις οποίες στη δική του Helicopter, όντας μέλος του grindcore συνόλου Sissy Spacek, των LHD - και στο παρελθόν των Bastard Noise - και έχοντας συνεργαστεί με αμέτρητα γκρουπ και καλλιτέχνες όπως οι Sunn O))), οι Haters, οι Smegma, ο C.Spencer Yeh και οι Wolf Eyes, δικαιωματικά του ανήκει ο τίτλος του πιο σκληρά εργαζόμενου θορυβοποιού του πλανήτη.
Ο No God Ritual δομεί τις υποβλητικές αφηγήσεις του επάνω σε ένα υπόστρωμα σκοτεινών και στέρεων drones, από τα οποία ξεπετάγονται παραμορφωμένοι κιθαριστικοί θόρυβοι, concrète ήχοι, feedback και ψύγματα κρουστών. Δημιουργώντας μια απόκοσμη αίσθηση και έχοντας έντονα κινηματογραφικά στοιχεία, οι συνθέσεις του αποτελούν την ιδανική συνοδεία για στιγμές ενδοσκόπησης. Μετά από μια πρώτη κασέτα στην αξιόλογη βρετανική Sound Holes, κυκλοφορεί σε λίγο καιρό τη δεύτερη δουλειά του καθώς και ένα split με τους ιταλούς Aspec(t), ενώ έχει εμφανιστεί πλάι στους Wooden Shjips, Eric Thielemans, Balinese Beast, κ.ά.
Οι Balinese Beast (Γιώργος Αξιώτης και Ιλάν Μανουάχ) μοιάζει να έχουν βαλθεί να προσδιορίσουν την πιο σύντομη απόσταση ανάμεσα στη σιωπή και τον εκκωφαντικό θόρυβο, και το αντίστροφο. Οπλισμένοι με free jazz σαξόφωνα, σπιτικά electronics, effects και samples δημιουργούν μινιατούρες από feedback και άγρια, χαοτικά cut-ups που μπλέκουν την πανκ ενέργεια με την αυτοσχεδιαστική πρακτική, σε μια περιπλάνηση στα άκρα του ηχητικού φάσματος. Μετά από ένα αιχμηρό πρώτο LP και μια split κασσέτα με τους Dieter Müh, μόλις κυκλοφόρησαν το επτάιντσο Soft Offerings.
Οργάνωση παραγωγής
Presque Rien, Balinese Beast, συχνότητες ενάντια